Τρίτη 16 Απριλίου 2013

"Οι Περιπέτειες του Φειτζίν"



Οι Περιπέτειες του Φεϊτζίν
την ιστορία συνέθεσαν οι μαθητές της Β Δημοτικού:
Αχιλλέας, Γαλήνη, Ελευθερία, Μύριαμ, Νεκτάριος, Σύνθια και Φώτης
Τρίκαλα, 13 & 14 Απριλίου 2013


Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένας βασιλιάς που είπε πως όποιος του έφερνε το θησαυρό που ήταν κρυμμένος στο αμπάρι του πετρωμένου καραβιού, που ήταν βυθισμένο στη μέση του ωκεανού, θα έπαιρνε ως αμοιβή το μαγικό λουλούδι.  Το μαγικό λουλούδι εκπλήρωνε όλες τις καλές ευχές, ενώ πέτρωνε όταν κάποιος έκανε κακή ευχή. 
Ήταν λοιπόν ένας νέος ο Φεϊτζίν που μόλις είχε παντρευτεί τη καλή του τη Τζώρτζα. 
Ο Φεϊτζίν είχε ένα καΐκι και πήρε μαζί του τη Τζώρτζα να πάνε να βρουν και να φέρουν το θησαυρό.  Ο Φεϊτζίν ήξερε που ήταν βυθισμένο το πετρωμένο καράβι, γιατί μια φορά που έψαχνε για κοράλλια το είχε δει.  Είχε μπει στο αμπάρι του κι εκεί βρήκε το θησαυρό.  Πήρε μαζί του 2 χρυσά νομίσματα που κουβαλούσε από τότε πάντα στη τσέπη του γιλέκου του και σκόπευε μια μέρα να γυρίσει να τον πάρει.

Καθώς πλησίαζαν όμως στο σημείο που ήταν βυθισμένο το πετρωμένο καράβι, νάσου ο Καπετάν Τρομάρας.  Είχε ακούσει για το έπαθλο που έδινε ο βασιλιάς και έτρεξε να ψάξει για το θησαυρό.   Μόλις είδε το καΐκι του Φεϊτζίν, για να τον εμποδίσει να φτάσει πρώτος στο θησαυρό έριξε 2 κανονιές και πάει το καΐκι του Φεϊτζίν, βούλιαξε.
 Έτσι βρέθηκαν στη θάλασσα ο Φεϊτζίν με τη Τζώρτζα.  Ο Καπετάν Τρομάρας συνέχισε το ταξίδι του στον Απέραντο Ωκεανό, γυρεύοντας το θησαυρό.  Πήρε όμως αντίθετη κατεύθυνση και ποτέ δε θα έφτανε σ’αυτόν.

Σε λίγο πέρασε ο Μπουκάσα, ένας ψαράς ξιφιών.  Είδε το Φεϊτζίν και τη Τζώρτζα στη θάλασσα τους περιμάζεψε κι άκουσε την ιστορία τους.  Σαν έμαθε για το θησαυρό, ώθηκε στη κουζίνα του πλοίου του για μέρες ολόκληρες και μόλις έφτασαν στο παλάτι εμφάνισε στο βασιλιά ένα σεντούκι με χρυσά νομίσματα. 

Ο Μπουκάσα, κλεισμένος στην κουζίνα του καραβιού του,
 φτιάχνει το σοκολατένιο θησαυρό
(Γαλήνη)

Ο Φεϊτζίν γύρισε στο σπίτι του απογοητευμένος.  Ήξερε πως ο θησαυρός δεν ήταν αυτός που εμφάνισε ο Μπουκάσα, αλλά πώς να το αποδείξει.  Μόνο εάν πήγαινε στο πετρωμένο καράβι κι έφερνε το πραγματικό θησαυρό θα έπαιρνε το μαγικό λουλούδι.  Πως όμως να πάει; Είχε μια βάρκα, γερό σκαρί αλλά δεν είχε πυξίδα.  Πήγε λοιπόν στο βασιλιά να του ζητήσει μία. 
Όταν έφτασε βρήκε όλο το παλάτι αναστατωμένο. 
Τα νομίσματα του Μπουκάσα ήταν σοκολατένια!  Τα είχε φτιάξει στη κουζίνα του καϊκιού του από σοκολάτα και τα είχε περιχύσει με χρυσαφί σκληρό γλάσο.  Αυτό όμως κανείς δεν το κατάλαβε, ο θησαυρός φάνταζε βλέπετε αληθινός.  Έλιωσε όμως η σοκολάτα και έτσι αποκαλύφθηκε η απάτη.  Έκλεισαν μετά από αυτό τον Μπουκάσα στη φυλακή που αποκάλυψε στο Βασιλιά ότι οτιδήποτε θα άγγιζε η λιωμένη σοκολάτα αυτό θα πέτρωνε και μόνο ύστερα από μέρες θα τρίβονταν και θα έφευγε σαν άμμος από πάνω του. Ήταν σοκολάτα που είχε κλέψει από ένα σοκολατοποιό στη χώρα των μάγων …. Μόλις το έμαθε ο βασιλιάς κράτησε τη σοκολάτα και τη χρησιμοποίησε για να τιμωρεί όσους έκαναν κάτι πραγματικά πολύ κακό.

Όταν πήγε ο Φεϊτζίν στο Βασιλιά του έδειξε τα 2 φλουριά που είχε στο γιλέκο του και του ζήτησε να του δώσει πυξίδα για να πάει να φέρει τον πραγματικό θησαυρό. 
Ο βασιλιάς δεν του έδωσε μόνο πυξίδα αλλά και καΐκι καινούριο.  Κατάφερε έτσι ο Φεϊτζίν να φτάσει στο πετρωμένο καράβι και  να πάρει το θησαυρό. 

Ο βασιλιάς δίνει στον Φειτζίν το μαγικό λουλούδι
(Μύριαμ)

Γυρίζοντας στο παλάτι με το θησαυρό ο βασιλιάς του έδωσε το μαγικό λουλούδι και του είπε πως εάν κατάφερνε να του φέρει και τη γούνα της τίγρης από το νησί των Πυροτεχνημάτων, τότε θα τον έκανε και ιππότη του.
Πήρε ο Φεϊτζίν το μαγικό λουλούδι και κατευθύνθηκε προς το νησί των πυροτεχνημάτων.
Δεν πρόλαβε να κάνει μιας μέρας δρόμο και είδε ότι πίσω του έρχονταν ο Καπετάν Τρομάρας. Όρμησε ο Καπετάν Τρομάρας να βουλιάξει ξανά το πλοίο του Φεϊτζίν, μα ο Φειτζίν του έκανε σήμα να μιλήσουν.  Του πρότεινε να βάλουν ένα στοίχημα και όποιος έχανε θα αποτραβιόταν από τη θάλασσα κι ο άλλος θα έκανε τον άθλο που έβαλε ο βασιλιάς.  Το στοίχημα θα κέρδιζε όποιος πήγαινε πρώτος στο νησί του ονειρόψαρου, και έφερνε από εκεί ένα κομμάτι από το χρυσοκέντητο δίχτυ που είχε το ονειρόψαρο στη φωλιά του. Το ονειρόψαρο ήταν ένα ψάρι που εκπλήρωνε τα όνειρα των ανθρώπων.  Αν όμως επιθυμούσες κάτι κακό, τότε το ονειρόψαρο χάνονταν και έπρεπε να πας να το ξαναπιάσεις.  
Συμφώνησαν κι  εκεί που έπλεαν τα καράβια το ένα δίπλα σχεδόν στο άλλο πετιέται μέσα από τα βαθιά νερά του ωκεανού ένα αρκουδόψαρο, ένα θηρίο με 4 κεφάλια αρκούδας και 4 κεφάλια ψαριού. 
Αμέσως ο γέρο μάγειρας του πλοίου του Φεϊτζίν είπε στον Φεϊτζίν ότι έπρεπε να περάσουν δίχως να το σκοτώσουν γιατί ο βράχος του ονειρόψαρου θα χάνονταν στη στιγμή.  Είχε ακούσει να λένε πως όποιος σκότωνε το αρκουδόψαρο δε θα μπορούσε να ξαναμπεί στη θάλασσα, και όποιος ήταν εκεί κοντά την ώρα που θα σκοτωνόταν το θεριό, τότε αυτός θα γίνονταν γέρος.  Η κατάρα λέγανε, λύνονταν μόνο εάν κάποιος αναγνώριζε το γέρο στο σπίτι του, δίχως όμως αυτός να πει κουβέντα.
Με τη βοήθεια του μαγικού λουλουδιού κατάφερε ο Φεϊτζίν να περάσει δίχως να τους φάει το θηρίο, αλλά στη προσπάθεια του κάποια στιγμή δεν πρόσεξε και το μαγικό λουλούδι του έπεσε μέσα στη θάλασσα και πάει χάθηκε στο βυθό της. 

Το αρκουδόψαρο πετιέται μέσα από τα βάθη του ωκεανού
(Φώτης)

Δυστυχώς όμως, προκειμένου να σωθεί ο Καπετάν Τρομάρας, δίνει μια και σκοτώνει το αρκουδόψαρο.  Αμέσως χάθηκε ο βράχος του ονειρόψαρου κι ο Φεϊτζίν μεταμορφώθηκε σε γέρο, ενώ ο Καπετάν Τρομάρας βρέθηκε μεμιάς στη στεριά.  Μόλις πήγαινε να μπει στη θάλασσα κάτι τον τραβούσε πίσω κι έπεφτε κάτω.  Έτσι δεν μπορούσε να βάλει ούτε το δάχτυλο του ποδιού του στην ακροθαλασσιά και κόντευε να σκάσει από το κακό του.
Ο Φεϊτζίν, από την άλλη μεριά, ήξερε ότι θα μπορούσε να ξαναγίνει νέος μόνο εάν κατάφερνε να τον αναγνωρίσουν στο σπίτι του, δίχως αυτός να μιλήσει, όπως είχε πει ο μάγειρας.  Γύρισε λοιπόν στο σπίτι του. 
Σε κείνα εκεί τα μέρη είχαν συνήθεια να πλένουν τα πόδια στους γέρους που φτάνουν, ξένοι, στο σπίτι για φιλοξενία.  Έτσι, καθώς η Τζώρτζα έπλενε τα πόδια του Φεϊτζίν, είδε το σημάδι που είχε στο πέλμα του ο Φεϊτζίν.  Μια φορά ο Φεϊτζίν από απροσεξία πάτησε με γυμνό το πόδι, ένα ατσάλινο δίχτυ καυτό από τον ήλιο, και εκείνο σημάδεψε για πάντα το δέρμα στην πατούσα του, αφήνοντας του το αποτύπωμά του.  Η Τζώρτζα αναγνώρισε το σημάδι και ο Φεϊτζίν αμέσως ξανάγινε νέος.
Ο Φεϊτζίν γύρισε στο καράβι και με τη βοήθεια της πυξίδας βρήκε τη φωλιά του ονειρόψαρου και πήρε το χρυσοκέντητο δίχτυ νικώντας έτσι για πάντα τον Καπετάν Τρομάρα που έμεινε όλη την υπόλοιπη ζωή του στη στεριά. 

Ο Φειτζίν βρήκε τη φωλιά του ονειρόψαρου
(Σύνθια)

Ο Φεϊτζίν με τη γυναίκα του τη Τζώρτζα πήγε στο νησί των πυροτεχνημάτων και με τη βοήθεια του χρυσοκέντητου διχτιού του ονειρόψαρου που εκπληρώνει τα όνειρα σκότωσε τη τίγρη που κατοικούσε στο νησί, πήρε το δέρμα της και γύρισε στο βασιλιά. 

Σκότωσε την Τίγρη που κατοικούσε στο νησί και πήρε το δέρμα της
(Νεκτάριος)

Ο βασιλιάς τον έκανε το πρώτο ιππότη του.  Έχοντας το χρυσοκέντητο δίχτυ του ονειρόψαρου στη τσέπη του ανταποκρινόταν πάντα στα καθήκοντά του κι έγινε έτσι ο καλύτερος ιππότης του βασιλείου.
Όσο για τον Μπουκάσα, τον έλουσαν με σοκολάτα και τον έδιωξαν από το παλάτι και δεν ξαναφάνηκε σε κείνα εκεί τα μέρη. 

Έλουσαν τον Μπουκάσα με τη λιωμένη σοκολάτα
(Ελευθερία)

Λένε πως όταν έφτασε κοντά στη θάλασσα η πετρωμένη σοκολάτα άρχισε να σιγά-σιγά να τρίβεται και να πέφτει σαν άμμος, την οποία πήραν τα παιδιά και έκαναν πύργους με τα κουβαδάκια τους.
Έζησαν λοιπόν όλοι αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.